Παρασκευή 7 Μαρτίου 2014

Απόσπασμα απο το τεχνικό πρόγραμμα 2014 του Δήμου Γορτυνίας

Α/Α: 52
Δ.Κ: Αγριδίου
Τίτλος έργου: Τσιμεντόστρωση και διαμόρφωση δρόμου εντός τοπικής κοινότητας
Προυπολογισμός: 3.266,13

Κυριακή 2 Μαρτίου 2014

Τα έθιμα των Απόκρεω στο χωριό

Οι απόκριες άρχιζαν με το σφάξιμο του χοιρινού. Κάθε σπίτι έτρεφε απο ένα χοιρινό το λεγόμενο "θρεφτάρι". Αγόραζαν απο νωρίς το γουρουνόπουλο το Μάρτιο η και νωρίτερα και φρόντιζαν να είναι απο καλή ράτσα για να αναπτυχθεί. Το τάιζαν να παχύνει αρκετά για να έχει αρκετό λίπος. Του έδιναν καλαμπόκι, πίτουρα, βελανίδια, αχλάδια (γκορτσά) και όλα τα αποφάγια. Έφταναν να ζυγίζουν απο 100 εως 150 οκάδες. Όσοι είχαν μεγάλη αυλή η γρασίδι το είχαν ελεύθερο. Το σφάξιμο γινόταν την περίοδο των Απόκρεω και αποτελούσε γιορτή. Οι μέρες που τα έσφαζαν ήταν ορισμένες. Τα έσφαζαν την πρώτη βδομάδα του Τριωδίου που λεγόταν και σφαγαριά. Πριν το σφάξιμο αγόραζαν τα μπαχαρικά έτριβαν το αλάτι και ετοίμαζαν ότι άλλο χρειαζόταν. Οι κάτοικοι σχημάτιζαν φιλικές συντροφιές και έσφαζαν με τη σειρά τα χοιρινά τους. Κατά το σφάξιμο συνέβαιναν και διάφορα παράξενα. Μερικοί χρησιμοποιούσαν όπλο αντί για μαχαίρι. Κάποτε λοιπόν ένας νοικοκύρης θέλησε να σκοτώσει το χοιρινό με το δίκαννο. Το χτύπημα όμως δεν ήταν θανατηφόρο και εκείνο έφυγε και το κυνηγούσαν στους δρόμους για να το πιάσουν. Αμέσως μετά το σφάξιμο έβαζαν ένα λεμόνι στο στόμα του, έβγαζαν το λάρυγγα (τον καρύτζαφλο η καρύδι) και το έψηναν επιτόπου στα κάρβουνα σαν πρώτο μεζέ για να πιούνε κρασί και να ευχηθούν χρόνια πολλά και καλοφάγωτο. Ενώ οι άντρες ετοίμαζαν το χοιρινό οι γυναίκες ετοίμαζαν το φαγητό, έφτιαχναν συκώτι με ψιλοκομμένο κρεμμύδι. Έβαζαν ένα λεβέτι με νερό στη φωτιά να κάψει για το μάδημα και το πλύσιμο. Τα παιδιά έπαιρναν τη φούσκα (την κύστη) του γουρουνιού τη φούσκωναν, έριχναν μέσα μερικά σπειριά αραποσίτι και έπαιζαν. Μετά την Τσικνοπέμπτη ακολουθούσε η Κυριακή των Απόκρεω και της Τυροφάγου. Αυτές τις μέρες ξεφάντωναν στο χωριό. Οργάνωναν διασκέδαση είτε σε στενή φιλική η οικογενειακή συντροφιά είτε σε ευρύτερη με τη συμμετοχή των συγχωριανών. Ντύνονταν "μπούλες" (μασκαράδες) και γυριζοντας απο σπίτι σε σπίτι τραγουδούσαν χόρευαν έκαναν αστεία και φυσικά έτρωγαν και έπιναν. Μια χρονιά το 1937 η 1938 είχαν ντυθεί 80-100 μασκαράδες και αφού γλέντησαν στο χωριό σχημάτισαν πομπή συμπεθεριού με υποψήφιο γαμπρό και πήγαν στο Καρνέσι (Πράσινο) για να πάρουν δήθεν τη νύφη. Εκεί τους υποδέχτηκαν οι Καρνεσαίοι με τραγούδια και χαρές και συνέχισαν όλοι μαζί το γλέντι μέχρι το απόγευμα. Γύρισαν στο χωριό αργά το βράδυ. Επικεφαλής της πομπής ήταν ο Ανάστος Παπανικολάου που κρατούσε στα χέρια του ένα σακί με στάχτη την οποία τίναζε σε όποιον τον πλησίαζε (χαρακτηριστικό της αγάπης που είχαν οι μεταξύ τους οι Αγριδαίοι). Η πρώτη Κυριακή δεν παρουσίαζε τίποτα το ιδιαίτερο. Τη δεύτερη Κυριακή της Τυρινής υπήρχαν πολλές συνήθειες που όπως είναι λογικό σήμερα δεν ακολουθούνται. Όλη η εβδομάδα περνούσε με αποχή απο το κρέας. Την Κυριακή έτρωγαν βακαλάο αντί για άλλο ψάρι. Τα ψάρια δεν έφταναν στο χωριό. Ο βακαλάος ήταν το φαγητό της φτωχολογιάς. Η νοικοκυρά ετοίμαζε απο την προηγούμενη μέρα τα σπιτίσια μακαρόνια, συγκέντρωνε ότι άλλο χρειαζόταν για την ημέρα εκείνη και έμενε ήσυχη. Μετά τη Θεία Λειτουργία γύριζε στο σπίτι και ετοίμαζε την πατροπαράδοτη γαλόπιτα και το μεσημεριανό φαγητό. Το βακαλάο τον έφτιαχνε πλακί η ψητό στην "πουγάνα" η σκορδαλιά. Το βράδυ ετοίμαζαν τα μακαρόνια που είχαν φτιάξει απο την προηγούμενη μέρα και τα σέρβιραν με μπόλικη μυτζήθρα αφού τα έκαιγαν με βούτυρο η λίπος χοιρινού. Τα συνόδευαν με τηγανητό βακαλάο. Μετά το φαγητό και τις ευχές για καλή Σαρακοστή έψηναν στη θράκα αβγά ένα για τον καθένα. Σιγοψήνονταν και τα παρακολουθούσαν. Τα έβαζαν όρθια στη θράκα και ονόμαζαν για ποιόν είναι για τον καθένα. Μερικά ίδρωναν και άλλα έσκαζαν. Εκείνος που ίδρωνε το αβγό του χαρακτηριζόταν τεμπέλης ενώ εκείνου που έσκαζε το αβγό έλεγαν ότι σκάζουν οι εχθροί του. Το βράδυ εκείνο είχαν τη συνήθεια οι πιο παλιοί να διώχνουν τους ψύλλους. Πήγαινε ένα μέλος της οικογένειας και φώναζε σε κάποιο γειτονικό σπίτι. Αν απαντούσαν στη φωνή του η έβγαινε κάποιος έξω του έλεγε: Εμείς τους ξεχειμωνιάσαμε εσείς να τους ξεκαλοκαιριάσετε. Γι αυτό εκείνο το βράδυ άμα άκουγαν να τους φωνάζει κάποιος δεν απαντούσαν για να μη την πάθουν. Αυτό μπορούσε να δημιουργήσει παρεξηγήσεις. Σε μια τέτοια περίπτωση δύο σπίτια είχαν κόψει την καλημέρα. Τα παλιότερα χρόνια είχαν τη συνήθεια να απονηστεύουν μαζί  διάφορες οικογένειες συγγενικές και φιλικές. Έπαιρναν τα φαγητά τους και πήγαιναν σε σπίτια που είχαν ορίσει να αποκρεύουν μαζί. Συνήθως τη μια Κυριακή στο ένα σπίτι την άλλη σε άλλο. Την Καθαρά Δευτέρα περνούσε η μέρα με νηστεία και εργασία. Έλεγαν πάντα: Σήμερα τρώνε την αρμυροκουλούρα για να δούνε την τύχη τους. Για τους ανύπαντρους έλεγαν: Για να δούνε ποιόν θα πάρουνε εννοώντας προφανώς το γάμο.

Αποσπάσματα απο το βιβλίο του Δημήτρη Κωνσταντόπουλου "Το Αγρίδιον Γορτυνίας"

Σάββατο 1 Μαρτίου 2014

Το έθιμο του Μάρτη

Ο Μάρτης ή Μαρτιά είναι ένα παμπάλαιο έθιμο, με βαλκανική διασπορά. Πιστεύεται ότι έχει τις ρίζες του στην Αρχαία Ελλάδα, και συγκεκριμένα στα Ελευσίνια Μυστήρια. Οι μύστες των Ελευσίνιων Μυστηρίων έδεναν μια κλωστή, την Κρόκη, στο δεξί τους χέρι και το αριστερό τους πόδι.
Από τη  ως τις 31 του Μάρτη, τα παιδιά φορούν στον καρπό του χεριού τους ένα βραχιολάκι, φτιαγμένο από στριμμένη άσπρη και κόκκινη κλωστή, τον Μάρτη ή Μαρτιά. Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, ο Μάρτης προστατεύει τα πρόσωπα των παιδιών από τον πρώτο ήλιο της Άνοιξης, για να μην καούν. Τον φτιάχνουν την τελευταία μέρα του Φλεβάρη και τον φορούν την πρώτη μέρα του Μάρτη, πριν βγουν από το σπίτι.
Σε μερικές περιοχές ο Μάρτης φοριέται στο μεγάλο δάχτυλο του ποδιού σαν δαχτυλίδι για να μην σκοντάφτει ο κάτοχός του. Το βραχιολάκι αυτό το βγάζουν στο τέλος του μήνα, ή το αφήνουν πάνω στις τριανταφυλλιές όταν δουν το πρώτο χελιδόνι, για να τον πάρουν τα πουλιά και να χτίσουν τη φωλιά τους.
Το έθιμο του Μάρτη γιορτάζεται ίδιο και απαράλλαχτο στα Σκόπια με την ονομασία Μάρτινκα και στην Αλβανία ως Βερόρε. Οι κάτοικοι των δυο γειτονικών μας χωρών φορούν βραχιόλια από κόκκινη και άσπρη κλωστή για να μην τους «πιάσει» ο ήλιος, τα οποία και βγάζουν στα τέλη του μήνα ή όταν δουν το πρώτο χελιδόνι. Άλλοι πάλι, δένουν τον Μάρτη σε κάποιο καρποφόρο δέντρο, ώστε να του χαρίσουν ανθοφορία, ενώ μερικοί τον τοποθετούν κάτω από μια πέτρα κι αν την επόμενη ημέρα βρουν δίπλα της ένα σκουλήκι, σημαίνει ότι η υπόλοιπη χρονιά θα είναι πολύ καλή.
Τηρώντας παραδόσεις και έθιμα αιώνων, οι Βούλγαροι, την πρώτη ημέρα του Μάρτη, φορούν στο πέτο τους στολίδια φτιαγμένα από άσπρες και κόκκινες κλωστές που αποκαλούνται Μαρτενίτσα. Σε ορισμένες περιοχές της Βουλγαρίας, οι κάτοικοι τοποθετούν έξω από τα σπίτια τους ένα κομμάτι κόκκινου υφάσματος για να μην τους «κάψει η γιαγιά Μάρτα» (Μπάμπα Μάρτα, στα βουλγαρικά), που είναι η θηλυκή προσωποποίηση του μήνα Μάρτη. Η Μαρτενίτσα λειτουργεί στη συνείδηση του βουλγαρικού λαού ως φυλαχτό, το οποίο μάλιστα είθισται να προσφέρεται ως δώρο μεταξύ των μελών της οικογένειας, συνοδευόμενο από ευχές για υγεία και ευημερία.
Το ασπροκόκκινο στολίδι της 1ης του Μάρτη φέρει στα ρουμανικά την ονομασία Μαρτιζόρ. Η κόκκινη κλωστή συμβολίζει την αγάπη για το ωραίο και η άσπρη την αγνότητα του φυτού χιονόφιλος, που ανθίζει τον Μάρτιο και είναι στενά συνδεδεμένο με αρκετά έθιμα και παραδόσεις της Ρουμανίας. Σύμφωνα με την μυθολογία, ο Θεός - Ήλιος μεταμορφώθηκε σε νεαρό άνδρα και κατέβηκε στη Γη για να πάρει μέρος σε μια γιορτή. Τον απήγαγε, όμως, ένας δράκος, με αποτέλεσμα να χαθεί και να βυθιστεί ο κόσμος στο σκοτάδι.
Μια ημέρα ένας νεαρός, μαζί με τους συντρόφους του σκότωσε τον δράκο και απελευθέρωσε τον Ήλιο, φέροντας την άνοιξη. Ο νεαρός έχασε τη ζωή του και το αίμα του -λέει ο μύθος- έβαψε κόκκινο το χιόνι. Από τότε, συνηθίζεται την 1η του Μάρτη όλοι οι νεαροί να πλέκουν το «Μαρτισόρ», με κόκκινη κλωστή που συμβολίζει το αίμα του νεαρού άνδρα και την αγάπη προς τη θυσία και άσπρη που συμβολίζει την αγνότητα.

Πηγή: sansimera.gr