Τις παραμονές των Χριστουγέννων καθαρίζουν τα σπίτια. Αγοράζουν από την αγορά τα είδη ρουχισμού και παπουτσιών. Φτιάχνουν τα γλυκά, τους πατροπαράδοτους κουραμπιέδες και μελομακάρονα. Ζυμώνουν το Χριστόψωμο. Βάζουν το ζυμάρι στο ταψί, κάνουν έναν σταυρό στη μέση, το κεντούν γύρω γύρω, ρίχνουν σουσάμι, βάζουν καρύδια στο κέντρο του σταυρού και στις άκρες και στα ενδιάμεσα αμύγδαλα. Στη συνέχεια άμα γίνει το ψήνουν. Ετοιμάζουν την κότα για την καθιερωμένη Χριστουγεννιάτικη σούπα. Αν δεν έχουν κότα αγοράζουν κρέας. Την παραμονή το πρωί τα παιδιά λένε τα κάλαντα. Χτυπούν την πόρτα και όταν ανοίξει ρωτούν τα παιδιά να τα πούμε; Αν πάρουν την θετική απάντηση αρχίζουν. Ίσως όμως πάρουν την απάντηση "τα είπαν άλλοι" οπότε φεύγουν. Στα παιδιά που θα πούν τα κάλαντα δίνουν χρήματα, γλυκίσματα, σταφίδες, καρύδια, μύγδαλα, σύκα η ότι άλλο έχουν. Τα παιδιά παίρνοντας τα χρήματα η τα γλυκίσματα εύχονται χρόνια πολλά. Τη νύχτα στις τρείς η ώρα χτυπάει η καμπάνα και τρέχουν όλοι οι κάτοικοι στην εκκλησία "το Χριστό να προσκυνήσουν". Μόνο οι ανήμποροι απουσιάζουν. Στο τέλος της λειτουργίας έπαιρναν αντίδωρο όλοι από τον παπά. Φιλούν το χέρι του παπά και εύχονται χρόνια πολλά. Πήγαιναν με τη σειρά. Πρώτα οι άντρες και μετά οι γυναίκες. Προηγούνταν πάντα οι γέροι. Η λειτουργία τελείωνε πολύ πρωί, ώρα έξι με έξι και μισή προκειμένου οι κτηνοτρόφοι να μπορέσουν να πάνε στα μαντριά τους. Το χειμώνα είναι νύχτα την ώρα αυτή και όταν έχει συννεφιά η βρέχει περπατούν δύσκολα στο δρόμο και ειδικά οι γέροι. Έχει μείνει στο χωριό ένα σχετικό ανέκδοτο. Κάποια γριά όταν γύριζε στο σπίτι της από την εκκλησία δεν έβλεπε και δυσκολευόταν να περπατήσει. Απευθύνθηκε στο Χριστό και είπε "Χριστούλη μου ήρθες που 'ρθες, δεν καθόσουνα να φωτίσει;" Στο σπίτι πρόσφεραν σε όλους γλυκό και εύχονταν τα χρόνια πολλά. Στη συνέχεια ετοίμαζαν κάτι πρόχειρο για κολατσό αντί πρωινού. Αργότερα η νοικοκυρά θα βράσει την κότα για την σούπα αυγολέμονο. Το μεσημέρι κάθονταν όλοι γύρω από το τραπέζι που έπαιρνε εορταστικό τόνο. Ο πατέρας η ο παππούς έκοβε το χριστόψωμο και πάντοτε με την ευχή για χρόνια πολλά. Την υπόλοιπη μέρα (το απόγευμα) έκαναν τις επισκέψεις τους στους εορτάζοντες, η δέχονταν επισκέψεις αν κάποιο μέλος της οικογένειας γιόρταζε. Την επόμενη των Χριστουγέννων συγκροτούνταν παρέες και έσφαζαν τα χοιρινά που σχεδόν όλα τα σπίτια διέθεταν για την συγκεκριμένη μέρα. Η διαδικασία αυτή αποκτούσε χαρακτήρα πραγματικής γιορτής καθώς τις επόμενες μέρες μαζεύονταν στα σπίτια, έψηναν μέρος του χοιρινού (μεγάλες ποσότητες χρησιμοποιούσαν για παστό και πηχτή) και άνοιγαν τα βαγένια για να δοκιμάσουν το καινούργιο κρασί κερνώντας έτσι τους φίλους που βοήθησαν στο σφάξιμο.
Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2011
Τα Χριστουγεννιάτικα έθιμα του χωριού
Τις παραμονές των Χριστουγέννων καθαρίζουν τα σπίτια. Αγοράζουν από την αγορά τα είδη ρουχισμού και παπουτσιών. Φτιάχνουν τα γλυκά, τους πατροπαράδοτους κουραμπιέδες και μελομακάρονα. Ζυμώνουν το Χριστόψωμο. Βάζουν το ζυμάρι στο ταψί, κάνουν έναν σταυρό στη μέση, το κεντούν γύρω γύρω, ρίχνουν σουσάμι, βάζουν καρύδια στο κέντρο του σταυρού και στις άκρες και στα ενδιάμεσα αμύγδαλα. Στη συνέχεια άμα γίνει το ψήνουν. Ετοιμάζουν την κότα για την καθιερωμένη Χριστουγεννιάτικη σούπα. Αν δεν έχουν κότα αγοράζουν κρέας. Την παραμονή το πρωί τα παιδιά λένε τα κάλαντα. Χτυπούν την πόρτα και όταν ανοίξει ρωτούν τα παιδιά να τα πούμε; Αν πάρουν την θετική απάντηση αρχίζουν. Ίσως όμως πάρουν την απάντηση "τα είπαν άλλοι" οπότε φεύγουν. Στα παιδιά που θα πούν τα κάλαντα δίνουν χρήματα, γλυκίσματα, σταφίδες, καρύδια, μύγδαλα, σύκα η ότι άλλο έχουν. Τα παιδιά παίρνοντας τα χρήματα η τα γλυκίσματα εύχονται χρόνια πολλά. Τη νύχτα στις τρείς η ώρα χτυπάει η καμπάνα και τρέχουν όλοι οι κάτοικοι στην εκκλησία "το Χριστό να προσκυνήσουν". Μόνο οι ανήμποροι απουσιάζουν. Στο τέλος της λειτουργίας έπαιρναν αντίδωρο όλοι από τον παπά. Φιλούν το χέρι του παπά και εύχονται χρόνια πολλά. Πήγαιναν με τη σειρά. Πρώτα οι άντρες και μετά οι γυναίκες. Προηγούνταν πάντα οι γέροι. Η λειτουργία τελείωνε πολύ πρωί, ώρα έξι με έξι και μισή προκειμένου οι κτηνοτρόφοι να μπορέσουν να πάνε στα μαντριά τους. Το χειμώνα είναι νύχτα την ώρα αυτή και όταν έχει συννεφιά η βρέχει περπατούν δύσκολα στο δρόμο και ειδικά οι γέροι. Έχει μείνει στο χωριό ένα σχετικό ανέκδοτο. Κάποια γριά όταν γύριζε στο σπίτι της από την εκκλησία δεν έβλεπε και δυσκολευόταν να περπατήσει. Απευθύνθηκε στο Χριστό και είπε "Χριστούλη μου ήρθες που 'ρθες, δεν καθόσουνα να φωτίσει;" Στο σπίτι πρόσφεραν σε όλους γλυκό και εύχονταν τα χρόνια πολλά. Στη συνέχεια ετοίμαζαν κάτι πρόχειρο για κολατσό αντί πρωινού. Αργότερα η νοικοκυρά θα βράσει την κότα για την σούπα αυγολέμονο. Το μεσημέρι κάθονταν όλοι γύρω από το τραπέζι που έπαιρνε εορταστικό τόνο. Ο πατέρας η ο παππούς έκοβε το χριστόψωμο και πάντοτε με την ευχή για χρόνια πολλά. Την υπόλοιπη μέρα (το απόγευμα) έκαναν τις επισκέψεις τους στους εορτάζοντες, η δέχονταν επισκέψεις αν κάποιο μέλος της οικογένειας γιόρταζε. Την επόμενη των Χριστουγέννων συγκροτούνταν παρέες και έσφαζαν τα χοιρινά που σχεδόν όλα τα σπίτια διέθεταν για την συγκεκριμένη μέρα. Η διαδικασία αυτή αποκτούσε χαρακτήρα πραγματικής γιορτής καθώς τις επόμενες μέρες μαζεύονταν στα σπίτια, έψηναν μέρος του χοιρινού (μεγάλες ποσότητες χρησιμοποιούσαν για παστό και πηχτή) και άνοιγαν τα βαγένια για να δοκιμάσουν το καινούργιο κρασί κερνώντας έτσι τους φίλους που βοήθησαν στο σφάξιμο.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου